Η Αδηφαγική Διαταραχή ή διαταραχή επεισοδιακής υπερφαγίας ή binge eating disorder (BED) αποτελεί την πιο κοινή Διατροφική Διαταραχή.
Πρόκειται για μία νόσο που χαρακτηρίζεται από τακτικά επεισόδια υπερφαγίας χωρίς όμως να συνοδεύονται από αντισταθμιστικές συμπεριφορές. Με τον όρο υπερφαγία περιγράφεται η κατανάλωση υπέρμετρης ποσότητας φαγητού σε συνδυασμό με μία αίσθηση απώλειας ελέγχου της κατανάλωσης.
Η Αδηφαγική Διαταραχή προστέθηκε στο Diagnostic and Statistical Manual of Μental Disorders (DSM) το 2013 και στη Διεθνή Ταξινόμηση Νοσημάτων (ICD) το 2019.
Αδηφαγική Διαταραχή και στατιστικά στοιχεία
Ο παγκόσμιος επιπολασμός της για τα έτη 2018 – 2020 εκτιμάται μεταξύ 1-3% για τους ενήλικες και 1% για τους εφήβους.
Οι περισσότερες μελέτες αποκαλύπτουν ότι ο αριθμός των κοριτσιών που αναφέρουν υπερφαγία είναι διπλάσιος από των αγοριών. Η ηλικία έναρξης της νόσου φαίνεται να είναι κατά την ύστερη εφηβεία, με μέση ηλικία τα 23 έτη.
Η Αδηφαγική Διαταραχή συνδέεται με αυξημένο δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ), υπερβολική αύξηση βάρους, σωματικές και ψυχιατρικές συνοσηρότητες, όπως για παράδειγμα μεταβολικό σύνδρομο, γαστρεντερικά προβλήματα, διαταραχές διάθεσης και άγχους, καθώς και καταστάσεις που σχετίζονται με τον ύπνο.
Ως εκ τούτου, παρουσιάζει σημαντική επιβάρυνση για το άτομο και την κοινωνία και η ενίσχυση των καθιερωμένων αποτελεσματικών παρεμβάσεων σε ενήλικες, παιδιά και εφήβους είναι αναγκαία.
Ο σκοπός αυτού του άρθρου είναι να παρέχει μια ενημερωμένη ανασκόπηση στους επαγγελματίες Διατροφολόγους σχετικά με την Αδηφαγική Διαταραχή και τη θεραπεία της.
Διάγνωση της Αδηφαγικής Διαταραχής
Το DSM-5 ορίζει την Αδηφαγική Διαταραχή ως επαναλαμβανόμενα επεισόδια υπερφαγίας που χαρακτηρίζονται από:
- κατανάλωση μιας ασυνήθιστα μεγαλύτερης ποσότητας τροφής από αυτή που θα κατανάλωναν οι περισσότεροι άνθρωποι υπό παρόμοιες συνθήκες, σε διακριτή χρονική περίοδο. Μελέτες που προσπάθησαν να υπολογίσουν την ποσότητα που προσλαμβάνεται σ’ ένα επεισόδιο υπερφαγίας αναφέρουν ποσότητες μεταξύ 3000–4500 θερμίδες.
- αίσθημα έλλειψης ελέγχου στο φαγητό κατά την διάρκεια του επεισοδίου . Με απλά λόγια το άτομο δεν μπορεί να σταματήσει να τρώει ή να αντιληφθεί πόσο και τι τρώει.
- απουσία αντισταθμιστικών συμπεριφορών (όπως χρήση καθαρτικών, υπερβολική άσκηση ή εμετοί).
- επανάληψη, κατά μέσο όρο τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα για 3 μήνες.
Επιπλέον απαιτούμενα χαρακτηριστικά
Για την διάγνωση της Αδηφαγικής Διαταραχής δεν αρκεί μόνο να πληρούνται τα παραπάνω.
Χρειάζεται και το άτομο να φέρει τουλάχιστον τρία από τα ακόλουθα χαρακτηριστικά που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια των επεισοδίων υπερφαγίας:
- να τρώει πολύ πιο γρήγορα από το συνηθισμένο ρυθμό κατανάλωσης
- να τρώει μέχρι να αισθανθεί δυσφορία
- να τρώει μεγάλες ποσότητες φαγητού ενώ δεν πεινάει σωματικά
- να τρώει μόνος επειδή ντρέπεται για το πόσο τρώει
- να αισθάνεται αηδία με τον εαυτό του, κατάθλιψη ή πολύ ένοχος μετά από υπερκατανάλωση τροφής.
Η διάγνωση απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή και πολλές φορές η συγκεκριμένη νόσος μένει αδιάγνωστη για πολλά χρόνια.
Τα άτομα με Αδηφαγική Διαταραχή κάνουν τα υπερφαγικά επεισόδια κρυφά και δεν εξωτερικεύουν τι τους συμβαίνει και πώς αισθάνονται. Όσον αφορά τη διάγνωση σε παιδιά και εφήβους, είναι σημαντικά δύσκολη για διάφορους λόγους.
Αρχικά, ο προσδιορισμός μιας αντικειμενικά μεγάλης ποσότητας φαγητού κατά την ανάπτυξη είναι αβέβαιος. Η θερμιδική πρόσληψη ενός παιδιού μπορεί να ποικίλλει λόγω των εκρήξεων ανάπτυξης και των αλλαγών στη δραστηριότητα.
Επιπλέον, τα παιδιά και οι έφηβοι δεν είναι πάντα σε θέση να αντιληφθούν ότι ένα διατροφικό επεισόδιο αποτελεί υπερφαγία. Παράλληλα, η αναφορά σε ένα υπερφαγικό επεισόδιο κατά την διάγνωση, μπορεί να είναι πρόκληση για τα παιδιά.
Επίσης, το κριτήριο της απώλειας ελέγχου είναι δύσκολο να το κατανοήσουν και να το περιγράψουν. Η υιοθέτηση εναλλακτικών κριτηρίων για την Αδηφαγική Διαταραχή στα παιδιά είναι απαραίτητη.
Αιτιολογία
Η Αδηφαγική Διαταραχή, όπως όλες οι Διατροφικές Διαταραχές, παρουσιάζει μια πολύπλοκη πολυπαραγοντική αιτιολογία και οι περισσότεροι ερευνητές υποστηρίζουν ότι υπάρχουν διάφοροι προδιαθεσικοί, εκλυτικοί και διαιωνιστικοί παράγοντες.
Προδιαθεσικοί παράγοντες
Στους προδιαθεσικούς παράγοντες συμπεριλαμβάνονται ορισμένα χαρακτηριστικά προσωπικότητας όπως η ευαισθησία, η τελειομανία, η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η αδυναμία έκφρασης συναισθημάτων και η κοινωνική απομόνωση.
Επίσης, οι πολιτισμικοί παράγοντες συνεργούν στην ανάπτυξη Αδηφαγικής Διαταραχής. Συγκεκριμένα, οι πολιτισμικές πιέσεις για αδύνατο σώμα, ταυτίζοντας το με την ομορφιά και η κοινωνική πεποίθηση ότι το πάχος είναι θέμα ελέγχου.
Παράλληλα, έχει παρατηρηθεί υψηλό ποσοστό κληρονομικότητας στην Αδηφαγική Διαταραχή ενώ ιδιάζουσας σημασίας στην εκδήλωση της φαίνεται να παίζει το διαταραγμένο εντερικό μικροβίωμα.
Ακόμη, στους προδιαθεσικούς παράγοντες συγκαταλέγονται θέματα σεξουαλικότητας, εικόνας σώματος, κατάχρησης αλκοόλ, ή κάποιο τραύμα στην παιδική ηλικία.
Ο ρόλος της οικογένειας στην Αδηφαγική Διαταραχή
Τα πρότυπα και οι στάσεις της οικογένειας σε σχέση με το βάρος και το φαγητό μπορεί να οδηγήσουν σε Αδηφαγική Διαταραχή.
Για παράδειγμα, γονείς που εκφράζουν δυσαρέσκεια για το σώμα και κάνουν συνεχώς δίαιτα φαίνεται να επηρεάζουν αρνητικά τα παιδιά και τους εφήβους στην εμφάνιση της εν λόγω διαταραχής.
Παράλληλα, η ύπαρξη παχυσαρκίας και γενικότερα προβλήματα σίτισης συνδέονται άμεσα με την εμφάνιση της.
Εκλυτικοί παράγοντες
Στους εκλυτικούς παράγοντες περιλαμβάνονται ένα ή περισσότερα γεγονότα που οδήγησαν στην έντονη ενασχόληση με το σχήμα του σώματος και το βάρος, όπως για παράδειγμα η ενασχόληση με δίαιτες αδυνατίσματος.
Ωστόσο, για το αν εκδηλωθεί η Αδηφαγική Διαταραχή εξαρτάται από το πόσο και ποιοι παράγοντες θα συνδυαστούν.
Διαιωνιστικοί παράγοντες
Οι διαιωνιστικοί παράγοντες καθορίζουν αν η Αδηφαγική Διαταραχή θα έχει μεταβατικό ή πιο μόνιμο χαρακτήρα.
Μερικά παραδείγματα αποτελούν οι αλλαγές στο κοινωνικό περιβάλλον και οι επιπτώσεις της διαταραχής στην φυσική και την ψυχική υγεία του ασθενούς.
Αδηφαγική Διαταραχή και συνέπειες
Η Αδηφαγική Διαταραχή συνδέεται με έναν σημαντικό αριθμό ασθενειών και η παχυσαρκία και το μεταβολικό σύνδρομο είναι οι συχνότερες συνέπειες της ενώ συνδέεται επίσης με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2.
Ειδικότερα, οι μελέτες δείχνουν ότι ως και 20% των ασθενών με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 έχουν μια υποκείμενη και μη ανιχνεύσιμη Διατροφική Διαταραχή.
Η BInge Eating Disorder σχετίζεται ακόμα με αυξημένους μεταβολικούς και φλεγμονώδεις δείκτες που μπορεί να οδηγήσουν σε αυτοάνοσα νοσήματα, σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1, καρκίνο κλπ.
Επιπλέον, οι πάσχοντες εμφανίζουν μια σειρά από γαστρεντερικά συμπτώματα όπως δυσφαγία, παλινδρόμηση οξέος, κοιλιακό άλγος, διάρροια και δυσκοιλιότητα. Η πάθηση φαίνεται να σχετίζεται επίσης με αναπνευστικά και μυοσκελετικά προβλήματα.
Άλλες ανησυχίες για την υγεία ασθενών με Αδηφαγική Διαταραχή περιλαμβάνουν το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS) το οποίο σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο υπογονιμότητας.
Επιπρόσθετα, η διαταραχή συχνά συνυπάρχει με καταστάσεις ψυχικής υγείας όπως διαταραχές της διάθεσης, άγχος, κατάθλιψη, αυτοκτονικές τάσεις και χαμηλή αυτοεκτίμηση. Επίσης, συχνά συνοδεύεται από διαταραχή οριακής προσωπικότητας και διαταραχή ελλειμματικής προσοχής/υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ).
Τέλος, είναι πολύ σύνηθες οι ασθενείς με Αδηφαγική Διαταραχή να οδηγηθούν σε ακόμα πιο επικίνδυνες Διατροφικές Διαταραχές όπως η νευρική ανορεξία ή η νευρική βουλιμία.
Θεραπεία της Αδηφαγικής Διαταραχής
Η θεραπευτική προσέγγιση της Αδηφαγικής Σιαταραχής απαιτεί την συνεργασία Διαιτολόγου και Ψυχολόγου με εκπαίδευση στις Διατροφικές Διαταραχές.
Ο λόγος είναι ότι η συντονισμένη συνεργασία τους εξασφαλίζει γρηγορότερη και πιο αποτελσματικη θεραπεία. Αντίθετα, η απουσία μιας ολοκληρωμένης θεραπευτικής ομάδας και η αντιμετώπιση της διαταραχής από έναν μόνο επαγγελματία μπορεί να δυσκολέψει την πορεία της θεραπείας.
Οι στόχοι της θεραπείας περιλαμβάνουν την μείωση ή διακοπή των επεισοδίων υπερφαγίας και της σχετικής ψυχοπαθολογίας. Ταυτόχρονα, οι στόχοι περιλαμβάνουν την βελτίωση στη διάθεση και άλλα ψυχιατρικά συμπτώματα, βελτίωση των μεταβολικών δεικτών και της ποιότητας ζωής.
Όσο αφορά τη σταθεροποίηση ή την μείωση του βάρους δεν αποτελούν πρωταρχικό στόχο καθώς η προσήλωση στην απώλεια βάρους φαίνεται να επιφέρει τα αντίθετα αποτελέσματα. Αναλυτικότερα, οι παρεμβάσεις για άτομα με ήπια έως μέτρια συμπτώματα περιλαμβάνουν τη γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία (CBT) και τη διαπροσωπική ψυχοθεραπεία (IPT).
Η CBT επικεντρώνεται κυρίως στην καθιέρωση τακτικών διατροφικών προτύπων και στην αντιμετώπιση δυσπροσαρμοστικών γνώσεων σχετικά με το σχήμα και το βάρος του σώματος. Η IPT εστιάζει στη βελτίωση των προβληματικών κοινωνικών παραγόντων που προκαλούν αρνητικά συναισθήματα και τους παράγοντες διατήρησης της υπερφαγίας.
Για ενήλικες με μέτρια έως σοβαρά συμπτώματα, τα στοιχεία υποστηρίζουν την αποτελεσματικότητα της φαρμακοθεραπείας μόνης ή σε συνδυασμό με ψυχοθεραπεία.
evexis και Αδηφαγική Διαταραχή
Είναι ερευνητικά και εμπειρικά γνωστό ότι όταν τα άτομα με Αδηφαγική Διαταραχή συμπληρώνουν ένα ημερολόγιο διατροφής έχουν περισσότερες πιθανότητες να βελτιώσουν την συνολική υγεία και διατροφή τους συντομότερα.
Το my evexis app, είναι εφαρμογή διατροφικού ημερολογίου στην οποία έχουν πρόσβαση όλοι οι συνδρομητές της υπηρεσίας και μπορούν να συστήσουν στους θεραπευόμενους τους.
Έχεις κάποια απορία σχετικά με το 1ο cloud Λογισμικό για Διαιτολόγους στην Ελλάδα;
Για οποιαδήποτε διευκρίνηση ή πληροφορία μπορείς να επικοινωνήσεις μαζί μας με τους ακόλουθους τρόπους:
- email στο: support@evexis.eu
- με μήνυμα στην επίσημη σελίδα μας στο facebook
Δεν έχεις εξερευνήσει ακόμα όλες τις δυνατότητες που σου προσφέρει το evexis; Μπορείς να το κάνεις εντελώς δωρεάν! Μάθε πώς, κάνοντας κλικ εδώ.
Βιβλιογραφία
- American Psychiatric Association; Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders, Fifth Edition (DSM-I5). American Psychiatric Association; 2013.
- Bohon, C. (2019). Binge Eating Disorder in Children and Adolescents. Child and Adolescent Psychiatric Clinics of North America, 28(4), 549–555. https://doi.org/10.1016/j.chc.2019.05.003
- Giel, K. E., Bulik, C. M., Fernandez-Aranda, F., Hay, P., Keski-Rahkonen, A., Schag, K., Schmidt, U., & Zipfel, S. (2022). Binge eating disorder. Nature Reviews Disease Primers, 8(1), 16. https://doi.org/10.1038/s41572-022-00344-y
- Guerdjikova, A. I., Mori, N., Casuto, L. S., & McElroy, S. L. (2019). Update on Binge Eating Disorder. Medical Clinics of North America, 103(4), 669–680. https://doi.org/10.1016/j.mcna.2019.02.003
- Hilbert, A. (2019). Binge-Eating Disorder. Psychiatric Clinics of North America, 42(1), 33–43. https://doi.org/10.1016/j.psc.2018.10.011
- Smith, K. E., & Goldschmidt, A. B. (2024). Treatment of Binge-Eating Disorder Across the Lifespan: An Updated Review of the Literature and Considerations for Future Research. Current Obesity Reports. https://doi.org/10.1007/s13679-024-00553-4
- Ζαμπέλας, Α. ( 2017). Κλινική Διαιτολογία και Διατροφή με στοιχεία παθολογίας. Νικόσια : Εκδόσεις Π.Χ Πασχαλίδης.